Ν. Καζαντζάκης

"Ν' αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δε σωθεί, εγώ φταίω". Νίκος Καζαντζάκης

Παρασκευή 29 Αυγούστου 2014

O ΛΟΥΚΥ ΛΟΥΚ

Η τιμή κάθε τεύχους είναι 4 ευρώ και 30 λεπτά. Μπορείτε να τα βρείτε στο internet σε τιμές με έκπτωση λίγο πάνω από τα 3 ευρώ. Φυσικά όχι όλα, γιατί επισήμως από την μαμούθκόμιξ,τα τεύχη της σειράς με αριθμό 54, 56 εώς και 70, 72,73 και 76 έχουν εξαντληθεί. Σε παλιατζίδικα (δύσκολο) ή, από ιδιώτες που πουλάνε την συλλογή τους.

ΟΛΑ ΤΑ ΤΕΥΧΗ ΤΟΥ ΛΟΥΚΥ ΛΟΥΚ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΑΜΟΥΘΚΟΜΙΞ


Τετάρτη 15 Μαΐου 2013

Το Ισπανικό χωριό με τη μηδενική ανεργία


H Μαριναλέντα φαινομενικά δεν διαφέρει σε πολλά από τα υπόλοιπα χωριά της Δυτικής Ανδαλουσίας, το μηδενικό ποσοστό ανεργίας στους κατοίκους της όμως την καθιστά ξεχωριστή και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα.

Η ευημερία των κατοίκων των χωριών αποδίδεται στον δήμαρχο του, τον Juan Manuel Sánchez Gordillo, ο οποίος έχει γίνει γνωστός σε ολόκληρη την χώρα και μάλιστα τον αποκαλούν "Ρομπέν των Δασών της Ισπανίας".
Μάλιστα ο δήμαρχος έγινε παγκοσμίως γνωστός όταν με μία ομάδα εργατών αρνήθηκαν να πληρώσουν ένα σούπερ μάρκετ από το οποίο πήραν 10 καρότσια γεμάτα τρόφιμα, τα οποία μοιράστηκαν με τους άπορους.
"Το κάναμε για να δείξουμε ότι πολλοί άνθρωποι στην Ισπανία δεν έχουν να φάνε" λέει στον απεσταλμένο της Ιντιπέντεντ. "Θέλαμε να πούμε ότι στην Ισπανία του 21ου αιώνα υπάρχει αυτό το πρόβλημα. Ο Γκάντι θα μας υποστήριζε".
Ωστόσο οι "επιδρομές" στα σούπερ μάρκετ ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου για τον Γκορντίγιο, ο οποίος αγωνίζεται εδώ και 30 χρόνια για την ανακατανομή του πλούτου με καταλήψεις γης, παροχή φτηνής στέγης και δημιουργία συνεταιρισμών.
Η Μαριναλέντα, ακολουθεί μια πολιτική ισότητας στους μισθούς, έχει καταργήσει την αστυνομία και νοικιάζει γη, που ανήκε παλιά στο κράτος με 15 ευρώ μόλις τον μήνα.
Οι κατασχέσεις και ο δήμαρχος που δεν πληρώνεται
Το 1990 κατασχέθηκαν στην περιοχή 12.000 αχρησιμοποίητα στρέμματα που ανήκαν σε έναν αριστοκράτη και δόθηκε η ευκαιρία σε κάτοικο να εργαστεί στα χωράφια. Από τότε, η Μαριναλέντα διοικείται στα πρότυπα μιας κομμουνιστικής ουτοπίας.
Όταν ρωτούν τον 57χρονο Γκορντίγιο, που είναι πατέρας τριών παιδιών και δεν πληρώνεται για το αξίωμά του, πώς σχολιάζει τη διαφορά ανάμεσα στην τεράστια ανεργία σε εθνική κλίμακα και στη μηδενική ανεργία στη Μαριναλέντα, εκείνος απαντά ότι αισθάνεται ελπίδα και απελπισία ταυτοχρόνως.
Λέει ότι το χωριό ασφαλώς δεν είναι πλήρως μονωμένο από το σοβαρό πρόβλημα της ανεργίας, η οποία είναι μόνο ένα μέρος της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.
Μάλιστα αναφέρει τις περιπτώσεις νέων παιδιών, οι οποίοι εργάζονταν στον κλάδο των κατασκευών και αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Μαριναλέντα αφότου έχασαν την δουλειά τους.
Όπως λέει "η Μαριναλέντα αντιμετωπίζει καλύτερα την κρίση, χάρη στους συνεταιρισμούς της και τις βιομηχανίες".
Αντίθετα πιστεύει ότι "η ύφεση δεν αντιμετωπίζεται σωστά από την ισπανική κυβέρνηση, η οποία δεν προσπαθεί να λύσει τα προβλήματα του λαού αλλά τα προβλήματα των τραπεζών".
Στα χέρια λίγων η γη
Η ιστορία της Ανδαλουσίας είναι γεμάτη με καταλήψεις των latifundias - μεγάλων εκτάσεων γης δηλαδή που χρονολογούνται από τη ρωμαϊκή εποχή – από ακτήμονες.
Ο δήμαρχος επισημαίνει ότι οι εκτάσεις αυτές αποτελούν το 50% των συνολικών εκτάσεων της επαρχίας, ανήκουν όμως μόλις στο 2% του πληθυσμού.
«Είναι αλήθεια ότι αποτελούμε μέρος μιας παράδοσης, κάνουμε όμως εδώ και κάτι καινούργιο: επιμένουμε ότι οι φυσικοί πόροι πρέπει να είναι στην υπηρεσία του λαού, ότι οι πολίτες έχουν ένα φυσικό δικαίωμα στη γη και ότι η γη δεν μπορεί να είναι αντικείμενο κερδοσκοπίας. Ούτε άλλωστε και τα τρόφιμα. Πιστεύουμε στην κοινοκτημοσύνη, ως έναν τρόπο να αλλάξουμε όχι μόνο την περιοχή, αλλά ολόκληρο τον κόσμο».
Ο δήμαρχος εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι πρωτοβουλίες του χωριού δεν υιοθετούνται και από άλλες περιοχές της Ισπανίας, αν όχι και άλλων χωρών. Φαίνεται όμως ότι δεν είναι ο μόνος που βλέπει τη Μαριναλέντα ως πρωτοπόρο μιας παγκόσμιας αλλαγής προς μια "ειρηνική Ουτοπία", όπως γράφουν και οι πινακίδες που οδηγούν στο χωριό.
Με τα πλούσια γένια του, την προτίμησή του για τα τζιν και το παλαιστινιακό μαντήλι που φορά μονίμως (θα το βγάλει μόνο όταν οι Παλαιστίνιοι αποκτήσουν δικό τους κράτος), ο Γκορντίγιο καλλιεργεί επίσης μια πολύ διαφορετική εικόνα από εκείνη των περισσοτέρων πολιτικών της Ισπανίας. Στο γραφείο του δεν έχει πορτρέτο του βασιλιά Χουάν Κάρλος, αλλά του Τσε.
Η πολιτική του, όμως, τον έχει φέρει αντιμέτωπο με τον νόμο. Οι καταλήψεις γης είναι παράνομες, όπως και οι επιδρομές στα σούπερ μάρκετ. Ο δήμαρχος έχει έτσι φυλακιστεί πολλές φορές, ενώ έχει δεχθεί και επιθέσεις από ακροδεξιούς.
Οι επικριτές του λένε ότι ασκεί εξουσία με υπερσυγκεντρωτικό τρόπο. Το βέβαιο είναι ότι είναι εξαιρετικά δημοφιλής. Από το 1979 εκλέγεται συνεχώς πρόεδρος, με συντριπτική πλειοψηφία.


Παρασκευή 10 Μαΐου 2013

Παλιοί άνθρωποι με νέες ζωές


Δημοσίευση στο www.all4fun.gr


Γυρνούσα στην Αθήνα από τη Νέα Αγχίαλο κοντά στο Βόλο μόνος με τ’ αυτοκίνητο. Δε μπορούσα να «πιάσω» σταθμούς στο ραδιόφωνο κι έτσι έψαξα για κάποιο cd. Στα χέρια μου, δεν ξέρω πως, βρέθηκε ένα cd με ποιήματα του Κωνσταντίνου Καβάφη, τα οποία διάβαζε ο Δημήτρης Μαλαβέτας.
Η φωνή του Μαλαβέτα ήταν όντως συναρπαστική, αλλά η ποίηση του Καβάφη, σφήνωνε στο μυαλό μέσα κι ακουγόταν, όπως το νερό όταν γεμίζει ένα μπουκάλι και πάει να το ξεχειλίσει. Έφτασε το cd στο τελευταίο ποίημα.
Η «Ιθάκη». Στο σχολείο κι αργότερα στη σχολή και στην εφημερίδα, μας έλεγαν, πως δεν υπάρχει παρθενογένεση. Δηλαδή, όλα έχουν ειπωθεί, όλα έχουν γραφτεί. Απλά, εμείς δουλεύουμε τα κείμενά μας επάνω σε φόρμες που ήδη υπάρχουν και αλλάζουν είτε οι πρωταγωνιστές, τα σενάρια, η ατμόσφαιρα, οι εποχές.
Αυτό το ποίημα, είναι πράγματι τόσο συγκλονιστικό, που ίσως να έχει καταφέρει να γίνει εξίσου διάσημο με την μητρική του φόρμα της Οδύσσειας.  Όλα πήγαιναν καλά, μέχρι που η φωνή που το απήγγειλε έφτασε σε ένα σημείο, που κάτι ήχησε σαν καμπάνα μέσα στο μυαλό μου.
«… τες καλές πραμάτειες ν’ αποκτήσεις, σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κι έβενους, και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής, όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά…».
Όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά. Όσο μπορείς πιο άφθονα. Γιατί άραγε τέτοια βιασύνη από τον ποιητή; Γιατί τόση ανάγκη πια για μυρωδικά;
Μα, η  ηδονή της ζωής είναι πολύ μικρή για να μην πάρεις… μυρωδιά.
Τον περασμένο Δεκέμβριο, έπειτα από πρωτοβουλία κάποιων παλιών συμμαθητών κάναμε ένα reunion. Είδα, παλιούς φίλους, συμμαθητές, καθηγητές, ας μου επιτραπεί να τους χαρακτηρίσω χωρίς να με παρεξηγήσουν, παλιούς ανθρώπους με νέες ζωές στα χέρια τους. Ο χρόνος έτρεξε επάνω σε όλους μας περίπου σαν τον Γιουσέιν Μπολτ. Αυτό, όμως, δεν είναι για να μας θλίβει. Κάθε άλλο. Η χαρά του να έχεις ζήσει τη ζωή και να γυρνάς σε μια διασκεδαστική βραδιά πίσω στα παλιά, είναι σαν να κερδίζεις ένα βραβείο σε κάποιο διαγωνισμό για το μέχρι τώρα έργο σου. Η χαρά είναι πως είναι όλοι τους εκεί με ανοιχτές τις αγκαλιές τους. Σαν να επιστρέφεις στην Ιθάκη σου. Χαρούμενος, εξαντλημένος και φορτωμένος από… μυρωδικά. Δεν λέγεται πως η πατρίδα μας είναι τα παιδικά μας χρόνια;
Το καλό της όλης υπόθεσης είναι πως κι όλοι οι υπόλοιποι κουβαλούσαν επάνω τους το ίδιο φορτίο, άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο. Κανείς δεν ρώτησε αν είσαι πλούσιος ή, φτωχός, κανείς δε ρώτησε τι αμάξι έχεις, κανείς δεν ρώτησε αν μένεις στο ενοίκιο ή, έχεις δικό σου σπίτι. Πόσα λεφτά βγάζεις ή, αν πεινάς. Κανείς δεν ρώτησε για τα σεντέφια, τα κοράλλια, τα κεχριμπάρια και τους έβενους που είχες ή, δεν είχες αποκτήσει. Όλοι ρωτούσαν για τα μυρωδικά.
«Πόσο χαίρομαι που είσαι καλά.., Δεν άλλαξες καθόλου.., Ψήλωσες.., Ακόμα έχεις εκείνο το χαμόγελο.., θυμάσαι τότε που…»
Τα μυρωδικά δεν τα βλέπει κανείς. Τα κουβαλάς επάνω σου θες, δεν θες. Είναι αυτά που σε χαρακτηρίζουν πια. Ανδρώθηκες, θέριεψες σε έκαναν έναν άλλον άνθρωπο από εκείνο το παιδί του διπλανού θρανίου. Ακόμα και τη στιγμή που θα ανοίξεις το στόμα σου να ξεστομίσεις μια κουβέντα, από τον τρόπο που θα κάτσεις στην καρέκλα για να φας, ως τον τρόπο που θα τσουγκρίσεις το ποτήρι σου με τους άλλους ή, θα κοιτάξεις τον άλλον μέσα στα μάτια. Απλόχερα.
Σε όλα, λοιπόν, τα μάτια τριγύρω εκείνη τη βραδιά υπήρχε ξέχειλη η συγκίνηση, που οι παλιοί άνθρωποι με τις νέες ζωές ακουμπούσαν διακριτικά από αγάπη ο ένας τον άλλον, έπαιρναν κι έδιναν φιλιά, που δεν ήθελαν να σηκωθούν από το τραπέζι για κανέναν λόγο, που άνοιξαν τις ψυχές τους και πάλι ο ένας στον άλλο, γιατί ξαναβρήκαν κάτι από εκείνη την παιδική αθωότητα. Η μεγαλύτερη ηδονή των μυρωδικών είναι η χαρά. Αυτό ποτέ δεν πρέπει να το ξεχάσουμε. Αυτό είναι το ηδονικό μυρωδικό του ποιητή. Η απλόχερη χαρά που σκορπίζεται τριγύρω μας. Η μυρωδιά της.
Μόλις προχθές, σε μια κουβέντα που είχα με έναν υπέροχο καινούργιο άνθρωπο, της είπα πως, «όλοι οι άνθρωποι είναι… άγγελοι».
Μη βιαστείτε να με «κράξετε». Μπορεί εσείς τους αγγέλους να τους φαντάζεστε με φτερά, ή ντυμένους στα λευκά, ή καλούς και κακούς. Ποιος ξέρει; Πάρτε, όμως, τη ρίζα της λέξης.
Αγγέλλω. Αναγγέλλω κάτι. Μεταφέρω ένα νέο, μια είδηση.
Όλοι οι άνθρωποι που μπλέκονται στη ζωή μας, παλιοί και νέοι, όλοι, μα όλοι κάτι έχουν να μας πουν. Γι’ αυτό είναι «Άγγελοι». Να σας διηγηθώ σε αυτό το σημείο μια μικρή παράξενη ιστορία που συνέβη κάμποσα χρόνια πριν.
«Σε κάποιο γάμο, ένας γνωστός, δεινός χορευτής στους παραδοσιακούς χορούς, αρνούνταν πεισματικά να χορέψει, λόγο κακοκεφιάς όπως έλεγε, παρά τα παρακάλια της φίλης του και ολόκληρης της παρέας του . Η φίλη του ζήτησε από τον τύπο που έβαζε μουσική την <Παπαλάμπραινα> για να χορέψει ο… κακόκεφος. Τότε ο τύπος της αρνήθηκε, δικαιολογούμενος πως σε κάποιον άλλο γάμο κάποιος που το χόρεψε έπεσε ξερός και πέθανε. Το ‘χε σε κακό.Ότι,δήποτε άλλο, όμως όχι αυτό. Το παζάρι και με τους δύο από μέρους της κοπέλας συνεχίστηκε και τελικά τους έπεισε. Και τότε συνέβη αυτό που συμπεράνατε όλοι σας. Ο φίλος της πέθανε επάνω στον χορό».
Τραγική ιστορία, αλλά αληθινή. Άγγελοι που μιλούν και κανείς δεν καταλαβαίνει τι ακριβώς λένε. Δεν ακούμε.
 Αυτό, για μένα, είναι το μυστικό της ζωής. Η, καλύτερα του Ευ ζην. Οι μυρωδιές των ανθρώπων. Δύσκολο να ανακαλυφθούν σήμερα με αυτά που όλοι περνάμε, θα μου πει κάποιος. Μπα! Ούτε καν προσπαθούμε, θα του απαντήσω. Εγωισμός, υπεράνω όλων. Και δεν προσπαθούμε γιατί απλά δεν θέλουμε. Έχουμε τις δυσκολίες μας, τα βάσανά μας, τις οικογένειές μας. Που καιρός τώρα για… μυρωδικά.
Αν κάνετε τη βόλτα σας μακριά από τα φώτα της πόλης, θα γνωρίσετε ανθρώπους που η καθημερινότητά τους είναι γεμάτη με μυρωδικά. Διαμορφώνουν το χαρακτήρα τους και χτίζουν την ψυχή τους ολόκληρη πάνω σε απλή χειραψία. Και μόνο ο τρόπος που θα σφίξουν το χέρι, ίσως όλους εμάς να μας ξενίσει. Το ξέρετε. Το γνωρίζετε όλοι σας. Το έχετε νιώσει.   
Όπως μας ξενίζει όταν άνθρωποι οι οποίοι θέλοντας και μη είχαν κοινές ζωές, ίσως σε κάποιο σχολείο ή, σε κάποια γειτονιά, σε κάποια δουλειά ακόμα, είναι αδύνατον να ξεχάσουν εκείνη την μυρωδιά που μόνο εκείνοι έχουν νιώσει. Τους μυρίζει για πάντα. Η ηδονή της μυρωδιάς της χαράς, όπως τότε. Όπως τότε; Κι αν το τότε είναι σήμερα; Γιατί όχι; Γιατί να μην είναι σήμερα; Γιατί να μην είναι και αύριο; Και μεθαύριο και πάντα.
 Ευχαριστώ τους φίλους μου για το reunion ανυπομονώ να τους ξαναδώ όλους.  
Διάολε, θα χάσουμε τίποτε, αν το δοκιμάσουμε και κάτω από τα φώτα της πόλης μας; Τι να θέλει τελικά αυτή η ριμάδα η ζωή μας; Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και… βάλτε εσείς ό,τι νομίζετε.

Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

Δημοσίευση από το site www.all4fun.gr
Γιώργος Καϊάφας

Το Σάββατο του...Λαζάρου

Ένα μήνα περίπου πριν, είχα πάει στην Καλλιθέα να βρω τους παλιούς μου φίλους από την εφημερίδα «Ο ΦΙΛΑΘΛΟΣ». Αφορμή ήταν μια σεμνή τελετή στη μνήμη ενός αδικοχαμένου φίλου. Του Λάζαρου. 
557094_356216077796080_630661450_nΕίδα φίλους που είχα να τους δω 16 ολόκληρα χρόνια. Χάρηκα, ένιωσα πάλι σαν παιδί, ήταν όλοι τους καλά. Γελαστοί, άνετοι σαν τότε. Το 1996. Σπαταλήσαμε όλοι μαζί ατέλειωτες ώρες για να μάθουμε τον κόσμο της δημοσιογραφίας κι όλοι πήραν το δρόμο τους και προχώρησαν. Ήταν μια συγκινητική βραδιά για μένα. Μου γύρισε το χρόνο πίσω σε μια εποχή που ρουφούσα τα πάντα σαν σφουγγάρι. Με μαγνήτιζαν τα πάντα. Το χαρτί, οι άνθρωποι, η ίδια η δουλειά.

Μετά από λίγες ημέρες προέκυψε ένα ακόμα ραντεβού με τον Βασίλη. Κι αυτός πρώην συνάδελφος και «αιώνιος» φίλος. Το παρατσούκλι που του είχα κολλήσει ήταν «θεός». Κι αυτός μέσα στην εφημερίδα προσπαθούσε να χτίσει τη ζωή του. Και τα κατάφερε. Ο «θεός» με φώναζε Χόρχε, άγνωστο γιατί.

Επάνω σε μια συζήτηση που είχαμε, γύρισε και μου είπε: «Χόρχε μου, άμα δε βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον τώρα που υπάρχει η κρίση, πότε θα το κάνουμε;»

525482_369879469763074_1829347850_nΑυτή η ερώτηση μου τριβέλιζε το μυαλό μου μέρες. Πώς να βοηθήσεις; Τι πρέπει να κάνεις, για να σώσεις τον κόσμο; Μπορείς; Εδώ καλά-καλά δε μπορείς να σώσεις τον εαυτό σου; Τους άλλους θα κοιτάξεις;

Έπειτα γνώρισα τη Γεωργία. Και πάλι σε μια αποστροφή μιας από τις πολλές κουβέντες που έχουμε, τη ρώτησα: «Τι θέλεις πραγματικά; Τι είναι αυτό που ζητάς;»

Κι αυτή μου απάντησε χωρίς να το σκεφτεί: «Να μπορώ να βοηθάω τους ανθρώπους. Όσο μπορώ πιο πολύ. Να έχω τη δύναμη να το κάνω».

«Έχεις δικαίωμα, να μπεις στη ζωή των άλλων;» τη ρώτησα πάλι. «Φυσικά. Το καλό μπορεί να τρυπώσει παντού. Πρέπει να τρυπώνει παντού», μου είπε.

Όταν κλείσαμε το τηλέφωνο, προβληματίστηκα ιδιαίτερα. Είχαμε μπει στη Μεγάλη εβδομάδα κι εγώ κλεισμένος σε ένα γραφείο παλεύω να επιβιώσω, όπως σχεδόν όλοι μας. Η οικονομική κρίση. Όμως, βλέπω μόνο τον εαυτό μου. Δεν βλέπω γύρω μου. Η κρίση δεν είναι οικονομική. Μάλλον, δεν είναι μόνο οικονομική. Είναι κυρίως ανθρωπιστική.

Θυμήθηκα το θαύμα του Ιησού με τον τυφλό. Ήθελε να δει πήγε με πίστη δίπλα Του και είδε. Εγώ, δεν έβλεπα. Αλλά, όπως διαβάζετε, η… θεραπεία μου γίνεται με κάθε τρόπο. Κι ο τρόπος για να γίνει ένα «θαύμα» είναι απλός, αλλά συνάμα και παράξενος.

Αναπάντεχος. Το πρωί, Μεγάλης Τρίτης πια είχα μπει στο αυτοκίνητο να πάω για δουλειά. Ψάχνοντας τους σταθμούς στο ραδιόφ549568_271477746269914_299090037_nωνο, άκουσα μια φωνή να λέει:
«Ν' αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δε σωθεί, εγώ φταίω».

Ανατρίχιασα. Άλλαξα σταθμό, για να ακούσω μουσική, αλλά…

«Εγώ φταίω…», μονολόγησα. Και τότε δε σας κρύβω πως με δυσκολία κρατήθηκα, να μην βάλω τα κλάματα. Δεν είμαι και παιδάκι. Έκλεισα τα 45.

Περνώντας ένα-ένα αυτά τα κομμάτια, μέσα στο ξερό μου το κεφάλι προσπάθησα να δω καλύτερα τι μου γινόταν. Μάλλον ο Λάζαρος ήθελε πολύ να γίνει αυτή η συνάντηση, με τους παλιούς μου φίλους. Κι ας είναι πια αστρόσκονη. Μάλλον, ο «θεός» με έβγαλε από το καβούκι μου και μου είπε πως υπάρχει θεραπεία και σίγουρα η Γιωργία ήταν εκείνη που μου έβαλε λάσπη στα μάτια και τα έπλυνε για να μπορέσω κι larryεγώ που ήμουν τυφλός να δω το φως, τον ήλιο, τα πάντα. Η φωνή του εκφωνητή στο ραδιόφωνο ήταν το τελικό φως. Το θαύμα είχε ολοκληρωθεί σε μικρές, αυτοτελείς συνέχειες.
Δεν πιστεύω στη τύχη με κανέναν τρόπο. Δεν είμαστε σφαίρες σε κάποιο μπιλιάρδο και προχωράμε με σπόντες τη ζωή μας. Όσο υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν να βοηθήσουν και να βοηθηθούν, θα υπάρχει πάντα άσβεστη κι η ελπίδα όλων μας, για να σώσουμε τον κόσμο. Λίγοι στην αρχή, πολλοί περισσότεροι αργότερα.

Αυτά τα «θαύματα» συμβαίνουν σε όλους μας κάθε μέρα. Όμως, με κλειστά μάτια κι αυτιά δε μπορούμε ούτε να τα δούμε, ούτε να τα ακούσουμε. Κλεισμένοι σε τέσσερις τοίχους, με την τηλεόραση μπροστά μας ή, μέσα στο αυτοκίνητο, στο γραφείο  να περιμένουμε, δε γίνεται τίποτα.

Μπροστά μας, πέρασε το Σάββατο του Λαζάρου και μπαίνει η εβδομάδα των παθών. Της Ανάστασης. Του Πάσχα. Να πω μόνο, πως μια απλή και ειλικρινή κουβέντα με έναν άνθρωπο, με έναν καλό φίλο, με μια καλή παρέα, μπορεί να δώσει την αρχή για το καλό ή, το τέλος του κακού, όπως κοιτάζετε το ποτήρι σας.

Όχι, προς Θεού μη νομίσετε ποτέ πως είναι μισοάδειο. Πάντα βρίσκεται μπροστά μας, μισογεμάτο...